Κάνοντας ο καθένας έναν απολογισμό της μέχρι τώρα ζωής του, αντιλαμβάνεται ότι η προσωπικότητα του διαμορφώνεται με βάση τους θεσμούς, που κατέχουν την “αντικειμενική γνώση-αλήθεια”. Λέγοντας -αντικειμενική γνώση- εννοούμε μια γνώση αυταρχικά επιβαλλόμενη, διαμορφωμένη από το σύστημα που έχει ως στόχο την ρομποτοποίηση των υποκειμένων της κοινωνίας, θέλοντας να δημιουργήσει μια ομοιογενή κοινωνική σύσταση. Από την οικογένεια μέχρι το σχολείο, από το στρατό μέχρι την εκκλησία, από τα ΜΜΕ μέχρι την επιστήμη, όλοι μαθαίνουν να υπάρχουν από τα όρια της νομιμότητας μέχρι τα όρια της λογικής. Ο καθένας μαθαίνει να υποκειμενοποιεί αυτή την αντικειμενικότητα και να την υπακούει. Γιατί, τότε, το μόνο που μπορεί να δημιουργήσει είναι η τυφλή αναπαραγωγή του ίδιου του συστήματος χωρίς αμφισβητήσεις και χωρίς δυνατότητες κριτικής.
Ως μια μικρογραφία του συστήματος, το εκπαιδευτικό σύστημα μεταδίδει αξίες και ιδεολογίες για να πλάσει ικανούς ανθρώπους να το στηρίξουν. Έτσι και μέσα στα σχολεία και στις σχολές παρατηρούμε ιεραρχικές δομές και μορφές εξουσίας (πχ οι σχέσεις μαθητών μεταξύ τους, καθηγητών – μαθητών και διευθυντών – καθηγητών). Η αξιολόγηση, ο ανταγωνισμός και η πειθαρχία, ως απόρροια των σχέσεων εξουσίας, εμφανίζονται μέσω των ελέγχων και γενικότερα του βαθμολογικού συστήματος, των εξετάσεων, το “δικαίωμα” συμμετοχής σε δημοκρατικές διαδικασίες (πχ πενταμελή, δεκαπενταμελή, εκλογές, κομματικές παρατάξεις ).
Ύστερα από μερικά χρόνια αναγκαστικής εκπαίδευσης κάτω από την σκιά ανώτερων αυθεντιών, σε ένα συγκεκριμένα οριοθετημένο πεδίο γνώσεων και μιας τυπικής καθημερινότητας (σχολείο-φροντιστήριο-σπίτι), οι Πανελλήνιες παρουσιάζονται ως “μαγική” πύλη εισόδου στο επόμενο στάδιο διανοητικής καταστολής, το τριτοβάθμιο. Πιο συγκεκριμένα, στις γενικές εξετάσεις για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, γίνεται ο κύριος διαχωρισμός ανάμεσα σε εκείνους που πρέπει να έχουν βαθιά επιστημονική κατάρτιση και θα καταλάβουν αργότερα τα ανώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα, σε εκείνους που θα αποτελέσουν τις στρατιές των ημιεπιστημόνων και επανδρώσουν τα μεσαία, κυρίως, στρώματα και σε εκείνους που θα ασκήσουν χειρωνακτικά ή τεχνικά επαγγέλματα και θα καταλάβουν τα κατώτερα και ασθενέστερα τμήματα της κοινωνίας. Η εκπαιδευτική διαδικασία επομένως καταλήγει ουσιαστικά σε κοινωνικό καταμερισμό εργασίας. Μεταφέροντας όλη την κατάσταση στην πραγματικότητα ενός πανεπιστημίου είναι δυνατό να κατανοήσουμε το λόγο ύπαρξής του. Καριερίστες, αγχωμένοι φοιτητάριοι, απελπισμένοι μελλοντικοί πτυχιούχοι,” αυριανοί” σκλάβοι των “αυριανών” αφεντικών, “αυριανά” αφεντικά των “αυριανών” σκλάβων, κομπλεξικοί καθηγητάδες, βολεμένα καθάρματα, σάπιες παρατάξεις, ύπουλοι καθοδηγητές… ένα συνοθύλευμα υποκειμένων ανταγωνιστικά συσχετισμένων μέσα στην κοινωνία. Σχέσεις ιεραρχικά δομημένες πάνω στη “γνώση”, τον καταναγκασμό, την εκμετάλλευση, την ανάθεση και τη διαμεσολάβηση. Ο ρόλος του καθηγητή-καθοδηγητή είναι σημαντικός για την τροφοδότηση και προάσπιση αυτής της κατάστασης. Η ορθότητα του λόγου βρίσκεται στο απυρόβλητο και δεν έχει κανείς δικαίωμα να την αμφισβητήσει. Έτσι, το πανεπιστήμιο, ένα κέντρο έρευνας και μετάδοσης γνώσης, υποκαθιστά την ελεύθερη δημιουργικότητα και εφευρετικότητα, και κλίνει το δρόμο προς την αυτομόρφωση, μέσω των εξουσιαστικών διαδικασιών που χρησιμοποιεί όπως τα συγκεκριμένα ωράρια διδασκαλίας, την ίδια την διδασκαλία, τους βαθμούς και τις εξεταστικές.
Συγκεκριμένα, η εξεταστική διαδικασία είναι μια διαδικασία επιβολής όπως γενικότερα ο θεσμός της εκπαίδευσης. Μια διαδικασία καταναγκασμού που για να πραγματωθεί βασίζεται στην ιεραρχία και την εξουσία της αντικειμενικής γνώσης. Είναι τότε που ο φοιτητής καταλαβαίνει τι κρύβεται πίσω απ’ την “ανέμελη” καθημερινότητα των πανεπιστημιακών χρόνων. Το παραμύθι της ακαδημαϊκής ελευθερίας και γνώσης αρχίζει να καταρρέει όταν σε μια “ιδανική” κατάσταση άγχους, τρεξίματος, αϋπνίας και νευρικότητας καλείται να τους αποδείξει τι τελικά έχει αποταμιεύσει στο κεφάλι του και αν το εκπαιδευτικό σύστημα έχει κάνει καλά τη δουλειά του. Δεν επιτρέπεται να μιλάς, να ακούς, να βλέπεις, να επικοινωνείς… πρέπει μόνος και αποξενωμένος να αποτυπώσεις αυτό που σου ζητούν. Τα “ουδέτερα” κριτήρια της εξεταστικής διαδικασίας φαινομενικά ισοπεδώνουν τις κοινωνικές και οικονομικές διαφορές, ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνουν κατηγοριοποιήσεις σε έξυπνους και χαζούς, τεμπέληδες και δραστήριους, χρήσιμους και σκουπίδια. Και θα φτάσει η στιγμή που, οι κατά αυτούς ικανοί, θα πάρουν το εισιτήριο-πτυχίο για τον “παράδεισο της εκμετάλλευσης”.
Η εκπαίδευση έτσι συμβάλλει τα μέγιστα στην αναπαραγωγή των κοινωνικών ανισοτήτων. Σαν διαδικασία και ειδικότερα μέσω του φανερού μηχανισμού των εξετάσεων παράγει και αναπαράγει εκμεταλλευόμενους και εκμεταλλευτές. Ως θεσμός φαίνεται να διασπείρει μια σχετικά ουδέτερη γνώση, ενώ στην πραγματικότητα έχει φτιαχτεί για να διατηρεί την εξουσία και να την διαιωνίζει. Σκοπός της δεν είναι ο πλήρης περιορισμός της ελευθερίας των υποκειμένων αλλά η διαμόρφωση των δυνατών πράξεών τους, ώστε αυτή η ελευθερία να μην έρχεται σε αντίθεση με τις ανάγκες της εξουσίας.
Για τη χρήση του πανεπιστημίου ως χώρου συνάντησης και δημιουργίας όπου θα ανοίγονται δυνατότητες συζήτησης, συνδιαμόρφωσης, πραγματικής επικοινωνίας και αμφισβήτησης του υπάρχοντος.
Για την απελευθέρωση της γνώσης.
Για ένα κόσμο ελεύθερο, χωρίς εξουσία.
Σκατά στους φοιτητές που ονειρεύονται να γίνουν υπουργοί και διευθυντές
Λευτεριά στα μυαλά μας!
αυτοδιαχειριζόμενο στέκι ΤΕΙ Αθήνας